1 ΟΡΙΣΜΟΙ – ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΕΙΣ
Οι άνθρωποι είναι πολύπλευροι οργανισμοί και ταξινομούνται κάθε φορά με διάφορες παραμέτρους. Έτσι και τα παιδιά με προβλήματα όρασης μπορούν να ταξινομηθούν με βάση:
Το βαθμό οπτικής οξύτητας, το πλάτος και τη στενότητα του οπτικού τους πεδίου (ιατρική ταξινόμηση)
Τη χρήση της όρασης, που γίνεται για εκπαιδευτικούς σκοπούς. (εκπαιδευτική ταξινόμηση)
Η πρώτη συστηματική προσπάθεια για τον ορισμό της τύφλωσης έγινε στο δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα στις Η.Π.Α και υπαγορεύτηκε από οικονομικούς και νομικούς λόγους. Βασική επιδίωξη ήταν να οριστούν τα άτομα τα οποία έπρεπε να τύχουν κρατικής βοήθειας και χρησιμοποιήθηκαν δύο κυρίως κριτήρια:
• Η οπτική οξύτητα
• Και η αντίληψη ότι το άτομο πρέπει να κάνει ελάχιστη χρήση της υπολειπόμενης όρασής του.
Στη χώρα μας από ιατρικής και νομικής πλευράς τυφλό είναι το άτομο που έχει οπτική οξύτητα μικρότερη από το 1/20 της φυσιολογικής, στο μάτι που βλέπει καλύτερα, ακόμη και μετά από θεραπεία. (Ν. 985/1979).
Οπτική οξύτητα 1/20 σημαίνει ότι το παιδί μπορεί να διακρίνει από απόσταση ενός ποδός (30,4 εκ.) ό,τι, το παιδί με φυσιολογική όραση, διακρίνει από απόσταση 20 ποδών. (6,08 μέτρα).
Οι κλινικές ταξινομήσεις των προβλημάτων όρασης γίνονται με βάση την οπτική οξύτητα ή την καθαρότητα της όρασης. Πολλά είναι τα TESTS όρασης, τα περισσότερα από τα οποία βασίζονται στον πίνακα SNELLEN. Ο τύπος που χρησιμοποιείται για νεαρούς ανθρώπους παρουσιάζει το γράμμα Ε και περιλαμβάνει σχήματα διαφόρων μεγεθών και θέσεων (…..). το γράμμα που βρίσκεται στην κορυφή του πίνακα είναι περίπου 3,5 ίντσες (1 ίντσα = 2,54 εκ) και είναι ορατό με φυσιολογικό μάτι από απόσταση 200 ποδών (68 μέτρα).
Το σύμβολο 20/200 σημαίνει ότι το παιδί με προβλήματα όρασης μπορεί να διακρίνει σε απόσταση 20 ποδών ό,τι, ένας φυσιολογικός οφθαλμός μπορεί να διακρίνει από απόσταση 200 ποδών. Ανάλογη ερμηνεία μπορεί να έχουν τα σύμβολα: 1/10, 1/20, 20/70, κ.λ.π.
Από εκπαιδευτικής πλευράς εξεταζόμενα τα άτομα με προβλήματα στην όραση, διαφοροποιούνται ανάλογα με τη «χρήσιμη όραση για εκπαιδευτικούς σκοπούς» που υποδηλώνει τη δυνατότητα για εκμετάλλευση ορισμένης όρασης χαμηλού βαθμού για την παρακολούθηση της διδασκαλίας και τα αποτελέσματα από την άποψη της μάθησης.
Σχετικές έρευνες και μελέτες έδειξαν ότι:
Οι δυνατότητες για μάθηση διαφέρουν ανάμεσα στα άτομα με την ίδια οπτική οξύτητα.
Το παιδί αντίθετα με ό,τι πίστευαν παλιότερα, πρέπει να χρησιμοποιεί την υπολειπόμενη όρασή του και
Ο νομικός ορισμός δεν καθορίζει τον τρόπο εκπαίδευσης που κρίνεται επωφελής για το τυφλό παιδί.
Οι λόγοι αυτοί οδήγησαν στην ανάγκη αναθεώρησης του νομικού ορισμού της τύφλωσης για εκπαιδευτικούς σκοπούς και στη διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικού ορισμού.
Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό Τυφλό θεωρείται το άτομο το οποίο ανεξάρτητα από την οπτική οξύτητα παρουσιάζει σοβαρές δυσκολίες σε ό,τι αφορά την εξέλιξή του ,τη μάθηση και την επικοινωνία και είναι αναγκαία η εφαρμογή προσαρμοσμένων προγραμμάτων, ειδικών μέσων και ειδικών μεθόδων για την εκπαίδευσή του, την ικανοποιητική επαγγελματική απασχόλησή του και την κοινωνική του προσαρμογή.
Για εκπαιδευτικούς λοιπόν καθαρά σκοπούς τα παιδιά με προβλήματα όρασης διακρίνονται σε δυο κατηγορίες:
Στα μερικώς βλέποντα παιδιά, που έχουν ναι μεν βλάβη στην όραση, μπορούν όμως να διαβάζουν τα βιβλία των βλεπόντων με μεγαλύτερα γράμματα ή με τη βοήθεια μεγεθυντικής οθόνης. (Μερικώς βλέποντα χαρακτηρίζονται τα άτομα των οποίων η οπτική οξύτητα είναι μεγαλύτερη από το 1/10, αλλά δεν υπερβαίνει τα 2/7 στον καλύτερο οφθαλμό, που έχει προηγουμένως δεχτεί κάθε δυνατή διόρθωση).
Στα τυφλά παιδιά, που αδυνατούν να διαβάσουν έντυπα, μπορούν όμως να διαβάσουν και να εκπαιδευτούν με το σύστημα BRAILLE. Είναι σχετικά εύκολο να αναγνωρίσουμε την τέλεια τύφλωση, που σχεδόν πάντα είναι φανερή από τη βρεφική ηλικία. Η αναγνώριση όμως μικρότερης οπτικής βλάβης σε ένα παιδί είναι πολύ δύσκολη και αυτό γιατί το μικρό παιδί δε διαθέτει ή διαθέτει πολύ μικρή αντίληψη που τη βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι σε σύγκριση με αυτό. Έτσι πολύ συχνά κάποιες ατέλειες στην όραση παραμένουν άγνωστες μέχρις ότου το παιδί φτάσει στη σχολική ηλικία. (Κυπριωτάκης 1985, ΣΕΛ. 21).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου