2 ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΦΘΑΛΜΩΝ
Ο οφθαλμός είναι ένα πολύπλοκο όργανο και οποιοδήποτε τμήμα του μπορεί να πάθει κάποια βλάβη. Ο βολβός, ο κερατοειδής χιτώνας ή ο φακός είναι δυνατόν να παρουσιάζουν προβλήματα στη λειτουργία τους. Μερικές από τις πιο συνηθισμένες βλάβες της όρασης παρουσιάζονται συνοπτικά παρακάτω: (KIRK, 1973, σελ. 362 – 371).
2.1 ΔΙΑΘΛΑΣΤΙΚΕΣ ΒΛΑΒΕΣ
Στις διαθλαστικές ανωμαλίες οφείλεται το ½ όλων των οπτικών βλαβών. Στο φυσιολογικό μάτι η εικόνα ενός αντικειμένου εστιάζεται πάνω στον αμφιβληστροειδή χωρίς καμιά ιδιαίτερη μυική προσπάθεια ή προσαρμογή του φακού, όταν το αντικείμενο βρίσκεται σε απόσταση 20 ποδών ή και μεγαλύτερη. Όταν όμως το βλέμμα προσηλώνεται σε αντικείμενο που βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 20 ποδών, οι μύες του οφθαλμού αυξάνουν την κυρτή καμπύλη του φακού, ώστε η εικόνα του αντικειμένου να συνεχίζει να εστιάζεται πάνω στον αμφιβληστροειδή. Στις περιπτώσεις διαθλαστικής ανωμαλίας ο οφθαλμός μπορεί να εμφανίσει υπερμετρωπία ή μυωπία ή αστιγματισμό ή συνδυασμό αυτών, οπότε η εικόνα του αντικειμένου που βρίσκεται σε απόσταση 20 ποδών από το μάτι, δεν εστιάζεται πάνω στον αμφιβληστροειδή.
Υπερμετρωπία- πρεσβυωπία. Είναι η δυσκολία να διακρίνει κανείς καθαρά τα κοντινά αντικείμενα και εφ’ όσον είναι μεγάλου βαθμού και τα μακρινά. Το παιδί καταφέρνει εν τούτοις να έχει μια καλή όραση με ιδιαίτερη προσπάθεια για να εξουδετερώσει την υπερμετρωπία, κάνοντας προσαρμογή κατάλληλη στο φακό του. Μερικές όμως φορές η προσπάθεια αυτή δημιουργεί το λεγόμενο προσαρμοστικό στραβισμό. Για διόρθωση της υπερμετρωπίας τοποθετείται κυρτός φακός.
Μυωπία. Είναι δυσκολία να διακρίνει κανείς καθαρά τα μακρινά αντικείμενα ενώ συνήθως βλέπει αρκετά καλά τα κοντινά. Συνήθως εμφανίζεται στη σχολική ηλικία, μπορεί όμως να υπάρχει από τη γέννηση. Πολλές φορές είναι κληρονομική, όπως όλες άλλωστε οι διαθλαστικές ανωμαλίες. Η εξέλιξή της δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί. Θα καταλάβουμε ότι το παιδί μας αρχίζει να αναπτύσσει μυωπία όταν για να ξεχωρίσει μακρινά αντικείμενα ανοιγοκλείνει τα μάτια του και τα σφίγγει ή κρατάει πολύ κοντά το βιβλίο του. Η μυωπία δε δημιουργεί συνήθως πονοκεφάλους και κόπωση. Τα μεγάλα παιδιά διαμαρτύρονται ότι δε βλέπουν στον πίνακα. Για διόρθωση της μυωπίας τοποθετείται κοίλος φακός..
Αστιγματισμός. Οφείλεται στη διαφορετική διάθλαση που υφίστανται οι ακτίνες, καθώς διαπερνούν τον κερατοειδή, ο οποίος έχει ανωμαλία στην κατασκευή της καμπυλότητάς του. Έτσι τα είδωλα εστιάζονται παραμορφωμένα στον αμφιβληστροειδή. Επειδή ο αστιγματισμός είναι ζήτημα κατασκευής του κερατοειδούς συνήθως, υπάρχει από τη γέννηση και οι μεταβολές του είναι μικρές. Αν δε διορθωθεί έγκαιρα προκαλεί πονοκεφάλους, ερεθισμούς και βάρος στα μάτια.
Όλες οι διαθλαστικές ανωμαλίες διαπιστώνονται από τον οφθαλμίατρο και αντιμετωπίζονται ανάλογα με την ηλικία και τις ανάγκες του παιδιού. Στις μικρές ηλικίες διορθώνονται με γυαλιά και αργότερα με φακούς επαφής ή με μόνιμες επεμβάσεις στον κερατοειδή με laser.
Αμβλυωπία. Είναι η κατάσταση στην οποία παρατηρείται κακή ή μειωμένη όραση, στο ένα ή και στα δυο μάτια, ακόμη και μετά τη θεραπεία των διάφορων αιτίων που την προκάλεσαν, ή την εφαρμογή κατάλληλων διορθωτικών γυαλιών. Οφείλεται στην ελλιπή ανάπτυξη και τελειοποίηση της οπτικής οδού. Το μάτι δεν έμαθε να βλέπει στη σωστή ηλικία. Η θεραπεία της αμβλυωπίας είναι μακρά και απαιτεί υπομονή από το μικρό ασθενή και τους γονείς του. Το σημαντικότερο όμως είναι να διαγνωσθεί εγκαίρως όταν ακόμη υπάρχουν περιθώρια διόρθωσης της όρασης, γιατί μετά τα 6 έως 7 χρόνια αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο ή και ακατόρθωτο να γίνει.
2.2 ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Σ’ αυτή την περίπτωση, της προβληματικής όρασης, παρατηρείται ανωμαλία στους εξωτερικούς μυς του οφθαλμού που ελέγχουν τις κινήσεις του οφθαλμού μέσα στην οφθαλμική κόγχη. (Κυπριωτάκης, 1985, σελ.. 22 -24).
Στραβισμός ή αλληθωρισμός. Αυτή η κατάσταση είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους. Υπάρχουν πολλές μορφές στραβισμού ανάλογα με την αιτία. Ο στραβισμός είναι πάθηση κατά την οποία οι οπτικοί άξονες των ματιών δεν είναι παράλληλοι, αλλά σχηματίζουν μία γωνία, τη γωνία του στραβισμού. Έτσι το παιδί δεν κοιτάζει με τα δυο μάτια συγχρόνως τον ίδιο στόχο, αλλά χρησιμοποιεί μόνο το ένα μάτι για να προσηλώνει και να βλέπει, ενώ το άλλο ξεφεύγει και κοιτάζει προς τα μέσα, δηλ. προς τη μύτη, οπότε έχουμε το συγκλίνοντα στραβισμό, ή προς τα έξω οπότε έχουμε τον αποκλίνοντα στραβισμό. Στο πρώτο τρίμηνο της ζωής τα μωρά κάνουν συχνά περίεργες κινήσεις στραβισμού και αυτό οφείλεται στην ανωριμότητα των οπτικών οδών. Όσο το παιδί μεγαλώνει, τόσο τελειοποιείται το οπτικό σύστημα μεταφοράς και αντιλήψεως της εικόνας και τα δυο μάτια συνεργάζονται ώστε να έχουμε μία μοναδική εικόνα στον εγκέφαλο. Όταν αυτό δεν μπορεί να συμβεί και να ταυτιστούν οι δυο εικόνες σε μία, τότε έχουμε στραβισμό. Αυτό το αντιλαμβάνονται συνήθως οι γονείς ή το διαπιστώνει ο παιδίατρος στην τακτική παρακολούθηση του παιδιού. Άλλες πάλι φορές το παιδί μεγαλώνει με «ίσια» μάτια και αργότερα, όταν είναι δύο, τριών χρονών ή και μεγαλύτερο εμφανίζει στραβισμό είτε ξαφνικά είτε προοδευτικά με τον καιρό. Ο στραβισμός μπορεί να είναι μόνιμος στο ένα μάτι ή να εναλλάσσει δηλ. πότε να φεύγει το ένα και πότε το άλλο μάτι.
Σε όλες τις περιπτώσεις του στραβισμού, εφ’ όσον διαπιστωθούν από τον παιδίατρο, πρέπει να γίνεται εξέταση από τον ειδικό οφθαλμίατρο, αφ’ ενός για να αποκλειστούν σπάνιες παθήσεις, αφ’ ετέρου για να αντιμετωπισθεί ο ίδιος ο στραβισμός. Δεν πρέπει το θέμα του στραβισμού να αντιμετωπίζεται επιπόλαια, επειδή κάποιος μας είπε ότι «μεγαλώνοντας το παιδί θα φτιάξει μόνος του» ή ότι « όταν ήμασταν μικροί και εμείς είχαμε και τώρα δεν έχουμε», γιατί εκτός από τις σοβαρές παθήσεις που πρέπει να αποκλειστούν, ό ίδιος ο στραβισμός και ειδικά όταν αυτός παρουσιάζεται μόνιμα σε ένα μάτι, δημιουργεί συνθήκες κακής όρασης και το μάτι γίνεται αμβλυωπικό δηλ. τεμπέλικο.
Η αντιμετώπιση του στραβισμού γίνεται από τον οφθαλμίατρο, ανάλογα με το είδος του στραβισμού, την αιτία που τον προκάλεσε, την ηλικία εμφάνισης, την ύπαρξη ή όχι μειωμένης όρασης, … . Έτσι το παιδί μπορεί να χρειαστεί να φορέσει γυαλιά, να κάνει ασκήσεις για την ενίσχυση της όρασης και τέλος να υποβληθεί σε ειδική εγχείρηση. Κάθε παιδί και κάθε στραβισμός είναι μια ξεχωριστή περίπτωση και χρειάζεται τη δική του ιδιαίτερη μεταχείριση και αντιμετώπιση. Οι γονείς και το παιδί χρειάζονται υπομονή και επιμονή και ακολουθώντας τις συμβουλές του γιατρού τους συνήθως τα καταφέρνουν.
Ετεροφορία. Είναι η ανατροπή της μυικής ισορροπίας των οφθαλμών κατά την οποία η παρέκκλιση δεν είναι φανερή, όπως στο στραβισμό, αλλά λανθάνουσα.
2.3 ΑΛΛΕΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ
Υπάρχουν και άλλες ανωμαλίες, ασθένειες και παθολογικές καταστάσεις που επηρεάζουν τη λειτουργία της όρασης και δημιουργούν βλάβες της όρασης.
Καταρράκτης. Είναι η πάθηση κατά την οποία ο φακός του οφθαλμού γίνεται αδιαφανής με αποτέλεσμα την απώλεια της οπτικής οξύτητας. Ο καταρράκτης μπορεί να αντιμετωπιστεί με χειρουργική επέμβαση.
Γλαύκωμα. Είναι η ασθένεια που προέρχεται από την αύξηση της ενδοφθαλμίας πίεσης που προκαλεί αλλοίωση του σχήματος του βολβού και κακή κυκλοφορία και αποχέτευση του οφθαλμικού υγρού.
Αλβινισμός ή λευκοπάθεια. Είναι μια κληρονομική ασθένεια κατά την οποία λείπει από τον οργανισμό η μελαγχρωστική, όσοι πάσχουν από αυτή είναι ευαίσθητοι στο φως και η κεντρική τους όραση είναι εξασθενημένη.
Υπάρχουν και άλλες ασθένειες και καταστάσεις , εκτός από αυτές που αναφέραμε ήδη, που μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές βλάβες στην όραση μέχρι και πλήρη τύφλωση, όπως είναι ο διαβήτης, η σίφυλη, η κερατίτιδα., η συγγενής τοξοπλασμάτωση η οποία μεταδίδεται στο παιδί από τη μητέρα που έχει προσβληθεί από αυτή κατά την κύηση, η οπισθοφακική ινοπλασία.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου